24 Ιουν 2009

Αναδημοσίευση της προκύρηξης της Σέχτας Επαναστατών

Ύστερα οι ματατζήδες κατά χιλιάδες επιτέθηκαν...

...Φωνάξαμε «ΣΚΛΗΡΟΣ ΑΓΩΝΑΣ» Αλλά ήμασταν ακόμα λίγοι, Χάσαμε τη μάχη Αλλά ο πόλεμος θα κρατήσει ακόμα για πολύ.

Ύστερα μας αλυσοδέσανε Και μας έστειλαν πολύ μακριά.

Ένας ματατζής, πουτάνας γιός, είπε:

Μην φοβάσαι βρωμοκλέφτη Αλλά ο σύντροφος με υψωμένη την γροθιά φώναξε:

ΠΟΙΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΠΟΙΟΝ;

Εδώ ο πόλεμος έχει ήδη αρχίσει Με πολλούς τραυματίες Δεν μας απομένει τίποτα άλλο απ΄ το να παλέψουμε Φωνάξαμε ΣΚΛΗΡΟΣ ΑΓΩΝΑΣ.

Σέρζιο Ρομέο, 1973 (Ν.Α.Ρ.-Ένοπλοι Προλεταριακοί Πυρήνες)


Η ΣΕΧΤΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΩΝ αποτελεί την ευρύτερη συνιστώσα που συναντιούνται όλες οι αντάρτικες αποκλίνουσες τάσεις που δεν συμμορφώνονται με τη τεχνική της πολιτικής αντιπαράθεσης, ούτε με τα κλασσικά ορθόδοξα επαναστατικά δόγματα. Διεκδικούμε το σημείο σύνδεσης, αλλά και την εξελικτική συνέχεια, προηγούμενων ιστορικών εμπειριών που δεν εντάχθηκαν ποτέ σε επίσημες γραμμές καμιάς εποχής, αλλά και δεν ακολούθησαν καμία πεφωτισμένη αντάρτικη ιντελιγκέντσια. Εμπειρίες και παραδείγματα που γι΄ αυτό το λόγο υπέστησαν την απαξίωση και απόκρυψη των θέσεων τους, κυρίως απ΄ την μεγαλύτερη μερίδα του Τύπου, μπροστά στο δέος του «ένοπλου κόμματος».

Ιχνηλατώντας τα χνάρια αυτής της πολιτικής εμπειρίας και της παρακαταθήκης αντάρτικων σχηματισμών, όπως η Ε.Ο. Οκτώβρης 80΄, η Αντικρατική Πάλη, η Επαναστατική Αλληλεγγύη, η 1η Μάη και ορισμένοι κύκλοι του Ε.Λ.Α. δεν αναζητούμε την ιστορική τους δικαίωση, αλλά τη συνέχεια και το ξεπέρασμα τους. Την ένοπλη επαναστατική κριτική και το αντιεραρχικό αντάρτικο πόλης.

Απ΄ την πρώτη στιγμή δραστηριοποίησης μας ως ΣΕΧΤΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΩΝ δηλώσαμε την πολιτική και επιχειρησιακή ανεξαρτησία και αυτονομία απ΄ οποιαδήποτε «κεντρική καθοδήγηση» ή «κατευθυντήριο γραμμή». Άρα ότι γράφουμε στα κείμενα μας εκφράζει αποκλειστικά εμάς τους ίδιους και γι΄ αυτό τα βέλη οποιαδήποτε κριτικής ας πέσουν πάνω μας.

Μετά από έναν αιώνα περίπου, πρέπει να θέσουμε στην αρχή του προγράμματος και της στρατηγικής μας το διαχρονικό ερώτημα του Λένιν, «τι να κάνουμε;». Όλα ξεκινούν από εδώ. Σε κάθε περίπτωση μονάχα η γνώση της πραγματικότητας μπορεί να μας μάθει πώς να την αλλάξουμε. Γι΄ αυτό είναι εξοργιστική η διατήρηση του ιστορικού αλάθητου των μαρξιστικών πεποιθήσεων που οδηγεί το μεγαλύτερο φάσμα του ριζοσπαστικού πόλου σε υπεραπλουστεύσεις περί του διαχωρισμού της κοινωνίας.

Γραφικές και ξεπερασμένες θέσεις επικαλούνται τον γέρο-Μάρξ σε μυωπικές οπτικές και επιμένουν πως «Η κοινωνία είναι χωρισμένη σε δύο μεγάλα εχθρικά στρατόπεδα, σε δύο μεγάλες τάξεις που αντιπαρατίθενται άμεσα μεταξύ τους: την αστική τάξη και το προλεταριάτο.»( ΜάρξΈνγκελς, Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.) Πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τη συνείδηση ως το βασικότερο όπλο του ένοπλου αγώνα. Για να γίνει αυτό πρέπει να επανακτήσουμε τη κριτική γνώση, να την απαγκιστρώσουμε απ΄ τα δεδομένα του παρελθόντος, να την μετατοπίσουμε απ΄ τις θεωρητικές μανούβρες στη καρδιά του προβλήματος, να γυριστεί το μέσα έξω σαν γάντι και ενίοτε να συγκρουστεί ακόμα και με ότι θεωρούταν μέχρι σήμερα επαναστατικό.

Όταν στο παρελθόν θεωρούνταν(και ως ένα βαθμό ίσχυε) ότι το βάρος των επιχειρησιακών βραχιόνων του αντάρτικου πόλης θα πρέπει ν΄ ανακηρύσσει ως κεντρικό εχθρό την Λ.Μ.Α.Τ.(Λούμπεν ΜεγαλοΑστική Τάξη) σήμερα πρέπει να διαθέτουμε τη διαύγεια να αναθεωρήσουμε. Μπορούμε κάλλιστα να διατηρήσουμε την ίδια ονομασία αλλάζοντας όμως τη νοηματοδότηση της. Από ΄δω και πέρα όταν μιλάμε για Λ.Μ.Α.Τ. εννοούμε την Λούμπεν ΜικροΑστική Τάξη.

Αυτή η κοινωνική τάξη που βρίσκεται στο επίκεντρο της κριτικής ως πλειοψηφικός ρυθμιστής της κεντρικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής, αποτελεί ένα συρφετό, αδίστακτο σαν αρπακτικό, που έχει ως στόχο την ανέλιξη του στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Είναι αυτό το κατακάθι των σύγχρονων νεοελλήνων, η παθητική σαπίλα των υπαλληλίσκων, των εμπόρων, των οικογενειαρχών νοικοκυραίων, των πρόθυμων δούλων που έχουν ως φιλοδοξία να μοιάσουν στους αφέντες τους. Σήμερα η μοναδική τάξη που διαθέτει ταξική συνείδηση, είναι μόνο η μεγαλοαστική που έχει συνείδηση του εαυτού της και των συμφερόντων της.

Από την άλλη το προλεταριάτο και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα δε διαθέτουν καμία συνείδηση παρά μόνο την ακόρεστη επιθυμία για κοινωνική καταξίωση μέσο αξιωμάτων και εύκολου πλουτισμού πατώντας επί πτωμάτων.

Τελικά είναι πολύ σχετικό αν υπήρξε ποτέ προλεταριάτο, ως συνειδητός φορέας της θέσης του ή βίωνε μια εξαναγκαστική έξω-συνειδητότητα απ΄ τους μαρξιστές καθοδηγητές του, λόγο της παλιότερης ισόβιας αποκλεισμένης θέσης του.

Ακόμα και σήμερα με όλα αυτά τα συσσωρευμένα κοινωνικά προβλήματα ο φραστικός μαξιμαλισμός της αριστεράς με την πολιτική ανυπακοή και τη ρήξη με το σύστημα συναντά τον ρεφορμισμό της πρακτικής της.

Η Λούμπεν ΜικροΑστική Τάξη διαμαρτύρεται, καταγγέλλει, δυσαρεστείται, αγανακτεί, αλλά μοιάζει με σύγχρονο Σίσυφο της ταξικής ανάβασης. Διαρκώς σπρώχνει μπροστά του το βράχο της ιστορικής συνείδησης στην ανηφόρα της φτώχιας, της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης, της αποξένωσης, αλλά μόλις φτάνει στην κορυφή της επαναστατικής ανασύνθεσης βλέπει την υπόσχεση του καπιταλιστικού παραδείσου του νέου διαμερίσματος με το εξοχικό, της πιθανής προαγωγής στην δουλειά, του καινούριου αυτοκινήτου, των χλιδάτων αντικειμένων, μα πάνω απ΄ όλα, των εύκολων και ανέξοδων σχέσεων που κλειδώνουν στην φράση «Δεν γαμιέται... Εγώ να περνάω καλά...» και εγκαταλείπει την προσπάθεια αφού βολεύεται με εξαρτημένες ψευδαισθήσεις. Βέβαια ο βράχος εξακολουθεί να υπάρχει και κατρακυλάει ξωπίσω του.

O Λένιν κάποτε μιλούσε για «χρήσιμους ηλιθίους». Ανασκευάζοντας τα λεγόμενα του είμαστε σίγουροι πως οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» του εχθρού, είναι «άχρηστοι σύμμαχοι» για εμάς. Αυτή η τεράστια δεξαμενή του εκλογικού σώματος που στην συντριπτική του πλειοψηφία μυξοκλαίγεται για τα οικονομικά σκάνδαλα και τα «αντιλαϊκά μέτρα», σέρνεται μοιρολατρικά στις κάλπες για να ρίξει εθελοντικά το πιστοποιητικό της υποτέλειας του με μορφή ψήφου. Μάλιστα στις πρόσφατες ευρωεκλογές εκτός από τα κόμματα εξουσίας, τους ηλίθιους του ΚΚΕ, τους ρεφορμιστές του Σύριζα και τους χουντικούς του ΛΑΟΣ, είχαμε και την εμφάνιση των Οικολόγων Πράσινων που ταιριάζουν γάντι με την εποχή μας. Αποτελούν την νέα εκδοχή της πολιτικής κενότητας, άχρωμοι και επιδερμικοί, καιροσκόποι κάθε είδους και συνταξιούχοι μιας αποσυρμένης ανατροπής, όπως ο πρώην ΕΚΚΕτζης Α. Καφετζόπουλος.

Επίσης όσον αφορά το μεγάλο ποσοστό αποχής πρέπει να το αναλογιστούμε ψύχραιμα, χωρίς να προτρέχουμε, ούτε να το εκλαμβάνουμε αποκλειστικά ως έκφραση μιας έμπρακτης δυσαρέσκειας προς το σύστημα. Η ιστορική εμπειρία έχει επιδείξει πως στις σύγχρονες ευρωπαϊκές δημοκρατίες (Βέλγιο, Ολλανδία, Δανία κ.α.) αλλά και στον παγκόσμιο χωροφύλακα των Η.Π.Α. τα ποσοστά αποχής ξεπερνούν και το 60%.

Αυτό δε σημαίνει πως είναι αποτέλεσμα και συνέπεια της έμπρακτης κριτικής των επαναστατικών διαδικασιών που συμβαίνουν στο εσωτερικό αυτών των χωρών, αλλά επιστέγασμα της νέας κυριαρχικής διαταγής της αδιαφορίας. Άλλωστε η ενασχόληση με τα «κοινά», ο κοινωνικός προβληματισμός (ακόμα και σε επίπεδο θεωρητικών αερολογιών) και το ενδιαφέρον για την πολιτική δεν συνιστούν σήμερα την ενδεδειγμένη στάση ζωής του σύγχρονου πολίτη.

Σε ένα φρενήρη κόσμο γεμάτο διασκεδάσεις-ξεχάσματα η απολίτικη αδιαφορία συμφέρει το σύστημα. Και ας διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους οι πολιτικοί εκπρόσωποι, βλέποντας να χάνουν την αναγνωρισημότητα και το κύρος τους. Η πραγματικότητα είναι πως τα ίδια τα πολιτικά κόμματα ως κοινωνικοί φορείς είναι ξεπερασμένα. Είναι απλώς οι επιστάτες της πολυκατοικίας, όπως λέει ο Αδόλφος Καρατζαφέρης, ενός κόσμου που τον κυβερνούν οι διαφημίσεις και τα οικονομικά συμφέροντα.

Γιαυτό ξεκαθαρίζουμε την θέση μας, άλλο πράμα η Επαναστατική Αντιπολιτική και άλλο η απολίτικη αδιαφορία. Απορρίπτουμε την πρακτική της εκλογικής αποχής που δεν ακολουθείται από αντίστοιχες πράξεις αποχής από κάθε θεσμική έκφραση της κοινωνικής ζωής. Αν η αποχή από τις εκλογές σημαίνει συμμετοχή στις οδηγίες χρήσης του νέου κυριαρχικού συμπλέγματος της ιδιώτευσης και του δόγματος «κοιτάω την πάρτη μου και περνάω καλά...» τότε την απαξιώνουμε και την ταυτίζουμε με τους προσκυνημένους ψηφοφόρους που κουνάνε χαρούμενα τις πλαστικές τους σημαίες.

Απ΄ την άλλη για όλους όσους η αποχή απ΄ τις εκλογικές ψευδαισθήσεις, αποτελεί μέρος της επαναστατικής συνείδησης είναι καιρός να εκδηλώσουν με πράξεις την αποστροφή τους για το σύστημα. Είναι στο χέρι τους και στο χέρι μας να ταράξουμε με όλα τα μέσα αυτή τη θανάσιμη αδράνεια και την δημοκρατική ειρήνη. Στο μέτρο που αναπτύσσονται αυτές οι πρακτικές βίαιης αντιθεσμικής αντιπαράθεσης, αναπτύσσονται οι δυνάμεις μας. Βρισκόμαστε στο ίδιο μέτωπο του πολέμου.

Μετά τις ευρωεκλογές, οι κρατούντες έστειλαν ένα μήνυμα, εκατοντάδες πάνοπλοι πραίτορες της αστυνομίας εξαπολύονται στους δρόμους σε μια επιχείρηση επίδειξης δύναμης. Οι μπάτσοι μαζεύουν τους μετανάστες, τους τοξικομανείς, τους άστεγους, τους μικροπαραβατικούς προσπαθώντας με επιχειρήσεις-σκούπα να καθαρίσουν το κέντρο της πόλης. Άνθρωποι και ποντίκια γίνονται ένα.

Την ίδια στιγμή το ντόπιο μικροκεφάλαιο, οι καταστηματάρχες, οι βιοτέχνες, οι έμποροι, οι μικροϊδιοκτήτες επιδοκιμάζουν χαιρέκακα την νέα γραμμή πολιτικής κατά της λαθρομετανάστευσης. Καθαρίζουν τα εθνόσημα και τις καραμπίνες, σχηματίζουν επιτροπές κατοίκων και βαδίζουν με βηματισμό χήνας στην αυτοδικία εναντίον των απόκληρων. Όλων αυτών των σύγχρονων μεταναστών δούλων, που ο κάθε μικροαστός έλληνας πατριώτης τους έχει χρησιμοποιήσει για κάποιο μερεμέτι στο εξοχικό του, για να του φροντίζουν τον κήπο, για να του νταντεύουν τα παιδιά του, για να φορτώνονται όλες τις χαμαλοδουλειές, να ικανοποιούν τον «υπέρμετρο» ανδρισμό του μέσω του trafficking γυναικών ώστε να νιώσει ο ντόπιος στον τόπο του αφέντης.

Η έννοια του ντόπιου ως κοινωνική ταυτότητα, δεν έχει να κάνει με την φυλετική καταγωγή, ούτε αντιστοιχεί με την έννοια του γηγενή. Ντόπιος είναι ο καθένας που θεωρεί πως του αντιστοιχεί ένα μερίδιο της εξουσιαστικής βίας ή της νομοταγής συναίνεσης που μπορεί ν ΄ασκήσει είτε ως ηθικός αυτουργός, είτε ως εντολοδόχος για να προασπίσει τις αυτόχθονες αξίες του τόπου που ζει. Να διατηρεί δηλαδή έμπρακτα την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Οι Αλβανοί που κράδαιναν σιδερολοστούς και τσάκισαν τους εργάτες απ΄ το Μπαγκλαντές στην Μανωλάδα για το μάζεμα της φράουλας πριν απ΄ αρκετούς μήνες, δεν είναι καλύτεροι απ΄ τους Έλληνες των ΜΑΤ. Ίσως να είναι και χειρότεροι γιατί δεν είναι αναγνωρίσιμοι όπως οι μπάτσοι.

Επίσης τα ναρκωκυκλώματα ορισμένων Ιρακινών που σφάζονται με τους αντίστοιχους Αφγανούς για τον έλεγχο της πρέζας στους δρόμους ή οι νταβάδες και οι μαστροποί απ΄ την Νιγηρία που ελέγχουν την πορνεία των ομοεθνών τους γυναικών στα πεζοδρόμια δεν διαφέρουν καθόλου απ΄ τους αντίστοιχους Έλληνες «συναδέλφους» τους. Πατρίδα είναι εκεί που πιστεύεις πως σου ανήκει κάτι απ΄ αυτό τον κόσμο και οι «πατριώτες» κάθε φυλής και εθνικότητας είναι έτοιμοι να την προασπίσουν. Σ΄ αυτό το αλισβερίσι ιδεολογικής σύγχυσης και κοινωνικοπολιτικής αντίφασης ορίζουμε τους εαυτούς μας φανατικούς απάτριδες. Τώρα λοιπόν οι νοικοκυραίοι ανακάλυψαν πως τους ενοχλούν οι «ξένοι», παρ΄ όλο που συνεχίζουν να τους εκμεταλλεύονται στις μαύρες δουλειές. Εμείς ποτέ δεν μιλήσαμε για λογαριασμό τρίτων, σίγουρα όμως θα κόψουμε την γλώσσα όσων μιλάνε πολύ με φόντο τον πατριωτισμό και την μισαλλοδοξία τους.

Γιατί αυτή η πρωτοπορία της Λ.Μ.Α.Τ., των ελλήνων μικροκεφαλαιούχων, τις στιγμές της επαναστατικής σύγκρουσης θα τεθεί στην υπηρεσία των αφεντικών. Πρώτα θα γίνει η ασπίδα τους και στην συνέχεια σπαθί εναντίον μας, όπως ακριβώς έκαναν και οι μαυραγορίτες πρόγονοι τους. Γι΄ αυτό δεν πρέπει να τους αφήνουμε ούτε μια πιθαμή γης, για να ορθώσουν το θρασύδειλο ανάστημα τους. Η απάντηση θα δοθεί σύντομα προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο εχθρός είναι παντού αλλά κυρίως είναι εδώ. Στα αστικά κέντρα, στα πλοκάμια της μικροοικονομίας των συντηρητικών στρωμάτων, στα κέντρα λήψης αποφάσεων του μεγάλου κεφαλαίου, στους θιασώτες της πολιτικής σκηνής, στα δημοσιογραφικά θεωρεία και τους εργολάβους τους, σε οτιδήποτε διαμορφώνει και συμμετέχει στην θεσμική ζωής της Ελλάδος.

Ζούμε λοιπόν «το τέλος των ιδεολογιών» όπως αναφέρει ο Φουκογιάμα. Βρισκόμαστε στην εποχή των καπιταλιστικών εμπορευμάτων, της κλωνοποιημένης ηθικής, των ψυχοφαρμάκων, της εικόνας, του θορύβου των αυτοκινήτων στις μεγάλες λεωφόρους, των σκανδα λοθηρικών πρωτοσέλιδων, των τηλε-εισαγγελέων, του νεαρού που πυροβόλησε στον ΟΑΕΔ, του Σαββατόβραδου στα μπουζούκια. Ζούμε στο τέλμα της συνείδησης και αυτό εξυπηρετεί τον ένοπλο αγώνα.

Δίπλα στην χωματερή των εμπορευμάτων του καπιταλισμού παράγεται κι απελπισία. Μια οργισμένη απελπισία ανθρώπων αποφασισμένων να απορρίψουν τα σκουπίδια της σύγχρονης κοινωνίας. Μιλάμε για την απελπισία που εκφράζει την κατάσταση όλων όσων δεν μας έχει απομείνει καμία ελπίδα να δούμε να αλλάζει η πραγματικότητα που μας επιβάλλουν. Γνωρίζουμε πως η κοινωνία «έχει πιάσει πάτο». Επειδή όμως η απελπισία από μόνη της μπορεί να παράγει αυτοκαταστροφική παραίτηση εδώ χρειάζεται η ιστορική συμμαχία με το αντάρτικο πόλης. Ο πόνος πρέπει να γίνει δύναμη, κι απελπισία οργή. Αυτός είναι ο προνομιακός χώρος για την ένοπλη προπαγάνδα μας.

Απευθυνόμαστε σε όλους αυτούς που έχουν αυτοεξοριστεί απ΄ αυτήν την κοινωνία και τα ψεύτικα αγαθά της για να ανασυνθέσουμε το αντάρτικο πόλης που γύρω του θα συσπειρώνονται άνθρωποι που θα έχουν μια κοινή επαναστατική στράτευση, με αντισυμβατική γλώσσα, με αντιθεσμική πολιτιστική κουλτούρα, με αυτοοργανωμένη διαχείριση και αντισυμβατικό κοινωνικό διάγραμμα οριζόντιων σχέσεων.

Η αφετηρία είναι πάντα η προσωπική ενόραση του καθενός ανεξαρτήτως φύλου, τάξης, εθνικότητας και ηλικίας. Είναι το ξεπέρασμα όλων των συμβάσεων επίσημων και ανεπίσημων, της εργασίας, της οικογένειας, της θρησκείας, του κομφορμισμού, του πατριωτισμού, του σεξισμού, των αξιωμάτων με την κατάργηση τους μέσα απ΄ την συμμετοχή στην επαναστατική πάλη. Είμαστε ρεαλιστές και χαιρόμαστε που δεν πρέπει να υπερασπίσουμε το όραμα και την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου που μπορεί να μην έρθει ποτέ. Γι΄ αυτό είχαμε γράψει στην πρώτη μας ανακοίνωση «κάνουμε αντάρτικο και όχι πολιτική». Οι παράνομες επαναστατικές οργανώσεις δεν είναι εργαλεία για τον κόσμο του μέλλοντος αλλά πρόταση ζωής για το σήμερα. Άλλωστε στο παρελθόν η παγίδα των οραμάτων είχε οδηγήσει σε ψευδαισθήσεις ένοπλες αντάρτικες ομάδες οι οποίες περίμεναν πως θα ξεσηκωθούν οι λαϊκές μάζες και θα πάρουν τα όπλα στα χέρια τους ενώ άλλες όπως οι σύντροφοι της R.Α.F. εγκλωβιστήκαν σ΄ ένα στείρο φιλοσοβιετισμό χωρίς να κάνουν κριτική στο έκτρωμα της Σοβιετικής Ένωσης.

Αλλά και στην Ελλάδα ο ιδεαλισμός ενός λαϊκού ξεσηκωμού μετά την μεταπολίτευση, που τελικά ποτέ δεν διήρκησε, αποθάρρυνε αρκετούς συντρόφους που εγκατέλειψαν το αντάρτικο πόλης και προσχώρησαν σε ότι μισούσαν. Δουλειά, οικογένεια, σπίτι και αποδράσεις στην εξοχή. Ένα παρελθόν που πλέον δεν είναι αντάξιο της συνέχειας του αποδεικνύει την πλάνη του, τις ψευδαισθήσεις του και την λάθος στρατηγική του.

Τελειώσαμε με τα ξεπερασμένα οράματα της λαϊκής βάσης και της εργατικής τάξης. «Απ΄ όλα όσα έχουν ανέκαθεν συμβεί, τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρηθεί χαμένο για την Ιστορία. Βέβαια μόνον σε μια λυτρωμένη ανθρωπότητα ανήκει πλήρως το παρελθόν της. Είναι σαν να λέμε πως μόνο γι΄ αυτήν το παρελθόν της έχει γίνει αφηγήσιμο σ΄ όλες τις στιγμές του. Κάθε μία από τις στιγμές που έχει βιώσει γίνεται μνεία στην ημερήσια διάταξη.» (Walter Βenjamin, Ο Άγγελος της Ιστορίας, θέση ΙΙΙ.)

Η ιστορία πλέον του αντάρτικου πόλης θα μιλάει για την σημασία της κάθε στιγμής. Μια τέτοια στιγμή πολέμου ήταν στις 17 Ιουνίου στις 6.24 το πρωί όταν ένας ένοπλος σχηματισμός του εκτελεστικού μας βραχίονα πλησίασε τ΄ αυτοκίνητο που χρησιμοποιούσαν οι αστυνομικοί της Αντιτρομοκρατικής και εκτελέσαμε με 24 σφαίρες τον μπάτσο που φρουρούσε το σπίτι της ψευδό-μάρτυρος Σοφίας Κυριακίδου. Προσεγγίσαμε λοιπόν τo στόχο και αφού ελέγξαμε περιμετρικά τον χώρο της επίθεσης εκτελέσαμε το σχέδιο της οργάνωσης μας κι αποχωρήσαμε με επιτυχία.

Ο μπάτσος που εκτελέσαμε υπηρετούσε στην Αντιτρομοκρατική υπηρεσία. Η εν λόγω υπηρεσία αυτοπαρουσιαζόταν ως η υπερελίτ του αστυνομικού σώματος παρ΄ όλο που έχει μηδαμινές επιτυχίες στο ενεργητικό της. Όλη την ώρα μας «ακουμπάνε», μας «γνωρίζουν», μας «παρακολουθούν» και όταν παρουσιαζόμαστε οικειοθελώς σ΄ ένα από τα στελέχη τους, όπως αυτό στα Πατήσια, «γκρινιάζουν» ότι τους χτυπάμε πισώπλατα κι άνανδρα. Δηλαδή τι θέλουν; Να τους παίρναμε τηλέφωνο να τους ενημερώσουμε για την «επίσκεψη» μας; Εμείς φταίμε που δεν είμαστε ακατάδεκτοι και αποδεχόμαστε τις προ(σ)κλήσεις τους. Πόλεμο έχουμε μαλάκες, όχι πάρτυ για να μας κατηγορείτε ότι ήρθαμε ακάλεστοι.

Άλλωστε στη συγκεκριμένη υπηρεσία της Αντιτρομοκρατικής όπως και σ΄ όλα τα σώματα ασφαλείας το περιβραχιόνιο του πένθους ταιριάζει πολύ με τις στολές τους. Κι αν ο συγκεκριμένος αντιτρομοκρατικάριος είχε ειδική εκπαίδευση σε σεμινάρια αυτοάμυνας και οπλοτεχνικής, εμείς έχουμε μόνο μια ζωή που αξίζει ρε γαμώτο κάτι καλύτερο απ΄ τους γρυλλισμούς των ένστολων γουρουνιών, τις βρισιές των δεσμοφυλάκων και τις εισαγγελικές αγορεύσεις των δημιών μας. Και μιλάμε για εμάς και για σένα, τον κάθε εσένα που δεν γουστάρεις αυτόν τον σκατόκοσμο και τους υποτελείς του. Έτσι τα ΄χαμε πει και οι πράξεις από ΄δω και πέρα θα σφραγίσουν τα λόγια μας με δεσμούς αίματος των εχθρών μας. Οσο για τα παραμύθια σας σχετικά με την ύπαρξη μηνύματος από καρτοκινητό τηλέφωνο («άλλαξε. ελάτε.») το ξέρετε πολύ καλά, όπως το ξέρουμε και μεις πως ποτέ δεν υπήρξε. Κόψτε τις μαλακίες που χρησιμοποιείτε για να περάσετε πιο εύκολα το νομοσχέδιο σας για τα καρτοκινητά και σταθείτε επιτέλους στο ύψος των περιστάσεων, κύριοι του 12ου. Ούτως ή άλλως δεν χρειαζόμαστε κινητά για να σας τσακίζουμε και να σας περιγελάμε.

Η πρακτική της εκτέλεσης εξυπηρετεί το πρόγραμμα της μόνιμης απειλής που είχαμε ήδη εξαγγείλει στην 1η μας ανακοίνωση. Από ΄δω και πέρα οι πολιτικές εκτελέσεις περνάνε στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων μας. Όπως είχε πει ο Μάο-ΤσεΤούνγκ «χτυπάς έναν για να φοβίσεις 100». Τώρα ξέρετε ποιος έχει σειρά... και η λίστα είναι μεγάλη κουφάλες, θα σας χτυπάμε χωρίς κανένα έλεος. Είναι η μεταφορά του ψυχολογικού και υπαρκτού φόβου στο στρατόπεδο των υπηρεσιών ασφαλείας του κράτους που αντιμάχονται τις δυνάμεις και τους σχηματισμούς της Επανάστασης.

Η εκτέλεση του συγκεκριμένου μπάτσου ήταν γι΄ αυτόν το θλιβερό τέλος μιας ακόμα πιο θλιβερής και επαίσχυντης επιλογής που ο ίδιος είχε κάνει αποφασίζοντας έτσι και για το τέλος του. Για εμάς τα λόγια που γράφουμε είναι σαν τις σφαίρες, όταν «φύγουν» απ΄ το όπλο δεν μπορούν να επιστρέψουν, πρέπει να βρουν τον στόχο τους. Είχαμε γράψει «αν δεν αρχίσετε να υποβάλλετε παραιτήσεις θ ΄αρχίσετε να μετράτε φέρετρα». Καλά ξεμπερδέματα.

Προωθούμε την επαναστατική βία και κατ ΄επέκτασιν τις ένοπλες δολοφονίες εναντίον του ανθρώπινου δυναμικού του συστήματος. Θα τους χτυπάμε με κάθε τρόπο και μέσο. Ως οργάνωση άμεσης επαναστατικής βίας οφείλουμε να περιλαμβάνουμε στους πολιτικούς μας σχεδιασμούς την αντιπαράθεση με τα γουρούνια του κράτους χρησιμοποιώντας τον ανορθόδοξο αστικό πόλεμο που ωφελεί το αντάρτικο πόλης. Δηλαδή χρησιμοποιώντας το ένοπλο μέσο δημιουργούμε χώρους απελευθερωτικής βίας και χρόνους αντιεξουσίας.

Το ένοπλο είναι ένα από τα πολλά μέσα ενός ανθρώπου της Επανάστασης, που ευνοείται από την χωροταξία των αστικών κέντρων και βοηθάει την πραγμάτωση των επιχειρήσεων του ανορθόδοξου πολέμου. Καταλήγοντας λοιπόν, θα χτυπάμε όλους τους κυρίαρχους μηχανισμούς, τους θεσμικούς φορείς και τα πληρεξούσια άτομα. Ο εσωτερικός εχθρός της ανατροπής ας ορθώσει τ΄ ανάστημα του.

Δεν θα επιτρέψουμε σε καμιά φαντασιόπληκτη κυράτσα να προσβάλλει την τιμή και την ιστορία του Ε.Λ.Α. Αν η Σοφία Κυριακίδου συνεχίσει το παραλήρημα και τις ψευτιές της θα της ξεριζώσουμε την γλώσσα, όπως και σε κάθε επίδοξο «πολυλογά» στο μέλλον. Να το θυμούνται αυτό όλοι οι περίοικοι της περιοχής που αυτοβούλως θα θελήσουν να δώσουν πληροφορίες. Γνωρίζουμε τα ονόματα τους και τα κουδούνια τους, τα΄ αυτοκίνητα τους και τον τόπο εργασίας τους, όπως γνωρίζαμε και τις συνήθειες της κατάπτυστης Σοφίας Κυριακίδου και τους «μοναχικούς» περιπάτους της στην λαϊκή αγορά χωρίς την συνοδεία γοριλλών. Ήταν στην διακριτική ευχέρεια μας να μην την προσεγγίσουμε γιατί τα ψέματα της φανέρωναν την ψυχική διαταραχή της. Δεν θα εφαρμόσουμε το ίδιο με τους υποψήφιους χαφιεδάνθρωπους της περιοχής. Ας το βάλουν λοιπόν καλά στο μυαλό τους οι ρουφιάνοι κάθε είδους, πως μπορεί να κοιμούνται με κλειδωμένες πόρτες αλλά μπορεί να ξυπνήσουν με τρίτο μάτι στο κεφάλι. Τα μεγάλα στόματα κοστίζουν ζωές.

Οι αυτόπτες μάρτυρες που δίνουν στοιχεία στην αστυνομία θα αντιμετωπίζονται ως μπάτσοι. Τα θυμάστε τα ντόνατς που είχαμε αναφέρει... συνεχίζουμε να έχουμε ίδια άποψη. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι ρουφιάνοι γίνονται στόχος. Στο παρελθόν η 1η Μάη και ορισμένοι σύντροφοι του.Ε.Λ.Α. είχαν «τιμωρήσει» με βομβιστικές επιθέσεις δύο αυτόπτες μάρτυρες. Αν χρειαστεί θα συνεχίσουμε την καλή δουλειά.

Θέλοντας να ταράξουμε την συνοχή του κράτους με την οξύτητα της επίθεσης, πρέπει να είμαστε σε θέση να διακρίνουμε τις ευρύτερες αντάρτικες στρατιωτικό-πολιτικές εξελίξεις και πιθανές συμμαχίες στο παγκόσμιο στερέωμα. Οι επιθέσεις με ημι-αυτόματα σε αστυνομικά τμήματα της Γαλλίας, οι εκτελέσεις Βρετανών στρατιωτικών από τις αμετανόητες παρατάξεις του Ι.R.Α., οι αντάρτικοι σχηματισμοί στο Μεξικό που συνεχίζουν την επίθεση στα καθεστωτικά στρατεύματα παρ΄ όλη την εκεχειρία της πρωτοπορίας του ΕΖLΝ με το κράτος του Μεξικού, οι αραβικές ένοπλες κομμουνιστικές οργανώσεις που τα σιωνιστικά μίντια τις παρουσιάζουν ως ισλαμικές φονταμενταλιστικές διαστρεβλώνοντας τα λόγια τους(την στιγμή που αυτοί μιλούν για «λαϊκή δικαιοσύνη» τα μίντια μεταφράζουν «ο Αλλάχ είναι μεγάλος») αποτελούν ανοιχτά μέτωπα του ανορθόδοξου ένοπλου αγώνα.

Οι διαφορές, οι αντιφάσεις και οι διαφωνίες είναι τεράστιες αλλά γνωρίζουμε πως προκύπτουν απ΄ τις διαφορετικές πολιτιστικές κουλτούρες και τις γεωπολιτικές συνθήκες κάθε χώρας. Όμως αυτό δεν μας εμποδίζει να αναβιώσουμε το Αντί-ιμπεριαλιστικό Μέτωπο της δεκαετίας του 1980 μετατρέποντας το σε Επαναστατικό Αντάρτικο Μέτωπο αποκλειστικά επιχειρησιακών βραχιόνων με ανταλλαγή πληροφοριών, σχεδιασμών, οπλισμού, τακτικής, τεχνοτροπίας, στοιχείων με σκοπό να πλήξουμε όσων το δυνατόν περισσότερο τον εχθρό.

Για αρκετούς η ιστορική εμπειρία του αντάρτικου πόλης είναι ένα αυτοκτονικό αδιέξοδο. Για άλλους μια παγίδα που μπορεί να εγκλωβιστεί το πιο υγιές κομμάτι του κινήματος σε μια αυτοκαταστροφική επιλογή. Για εμάς απλά είναι η πιο ευθεία «οδός» να πεις και να πράξεις την υποκειμενική σου αλήθεια. « Είναι η έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα, εκεί που ανατέλλουν οι δύο ήλιοι. Ο έναςο τύραννος ζυγός-που σηκώνεται πάνω από κεφάλια που σκύβουν στο διάβα του κι ο άλλος αυτός που υποκλίνεται στο αγέρωχο βλέμμα όσων τολμούν να τον αντικρίσουν κατάματα και τους ζεσταίνει στην περπατησιά τους. Αυτή είναι η διαφορά μας με όσους δεν τολμούν, εμείς καταργούμε τον πρώτο ήλιο. Έτσι ανατέλλει το αντάρτικο πόλης. »(F. Fanon, Τορίνο, 1966)-Για τον σύντροφο αντάρτη Δημήτρη Κουφοντίνα.

Ο υπέρτατος σχεδιασμός και το καθήκον ενός αντάρτη πόλης είναι να αποδιοργανώσει το εσωτερικό της χώρας του, να πλήξει την εθνική οικονομία, να κιβδηλώσει την δημόσια εξωτερική εικόνα και να δημιουργήσει διεθνή ανυποληψία, να αποσταθεροποιήσει το σύστημα και να προκαλέσει τον εθνικό διχασμό. Όσο για τις συνέπειες, σ΄ αυτή την ξέφρενη πορεία του ένοπλου αγώνα γνωρίζουμε πως οι φυλακές είναι μπροστά μας. Μπορούμε ν΄ αποδεχτούμε το ενδεχόμενο της σύλληψης, ακόμα και της δολοφονίας μας(αφού δεν πρόκειται να παραδοθούμε έτσι απλά...), ως αποτέλεσμα της δράσης μας. Όμως θ΄ αναγκάσουμε πρώτα την Ελλάδα να ματώσει.

Θα κάνουμε το κράτος ν΄ αποκλείσει τις επικίνδυνες περιοχές, οι μπάτσοι θα περιπολούν μέσα σε τεθωρακισμένα, στρατιώτες θα φυλάνε τις πλατείες, το ένδοξο σύμβολο του Ρarabellum 38 θα ξαναγυρίσει στις διαδηλώσεις ενώ αυτοί θα σπάνε πόρτες στα σπίτια για έρευνες εμείς θα τους σπάμε τα κεφάλια, οι αντάρτικες ομάδες θα οργανώσουν την νύχτα και ολόκληρος ο πληθυσμός των αστικών κέντρων θα συνηθίσει να ζει με τους μαύρους καπνούς στον αέρα απ΄ τις βόμβες και τους εμπρησμούς. Θέλουμε να θέσουμε σε ισχύ την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, τον εμφύλιο επαναστατικό πόλεμο. Η ουδετερότητα στο εκτελεστικό απόσπασμα καργιόληδες. Τον λόγο τώρα έχουν τα όπλα και ο ανορθόδοξος επαναστατικός πόλεμος. Γιατί η εξουσία επιβάλλεται αλλά και καταργείται στην κάνη των όπλων.

ΕΝΟΠΛΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ.

«Τι σημασία έχει κι αν μας βρει ο θάνατος; σημασία έχει ότι η κραυγή μας θ΄ ακουστεί κι ένα άλλο χέρι θα βρεθεί δίπλα να πάρει τ΄ όπλο μας κι άλλοι αντάρτες θα ξεσηκωθούν για να πιάσουν το τραγούδι, για ν΄ ακουστεί η καινούργια κραυγή του πολέμου και της επανάστασης» ( Τσε Γκεβάρα).

ΣΕΧΤΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: